Όταν η τηλεόραση στις H.Π.Α. μπήκε για τα καλά στο στίβο της ενημέρωσης, έφερε
στο προσκήνιο με έντονο τρόπο το ζήτημα του ανταγωνισμού των μέσων ενημέρωσης.
Είχε προηγηθεί η ραδιοφωνική ενημέρωση η οποία ωστόσο δε φάνηκε να απειλεί τη
μέχρι τότε κυριαρχία του τύπου. Η είσοδος της εικόνας όμως και μάλιστα πολλές φορές
της ζωντανής , έκανε τα στελέχη των εφημερίδων να ανασκουμπωθούν για να βρουν
λύσεις σε μια άμεση απειλή επιβίωσης. Η τηλεόραση έπαιζε τα θέματα που εκείνοι θα είχαν στα πρωτοσέλιδά τους την επόμενη μέρα. Οι αναγνώστες τους τα ήξεραν και δεν υπήρχε λόγος να αγοράσουν εφημερίδα.
λύσεις σε μια άμεση απειλή επιβίωσης. Η τηλεόραση έπαιζε τα θέματα που εκείνοι θα είχαν στα πρωτοσέλιδά τους την επόμενη μέρα. Οι αναγνώστες τους τα ήξεραν και δεν υπήρχε λόγος να αγοράσουν εφημερίδα.
Ήταν στις αρχές της δεκαετίας
του 60, όταν οι μεγάλες εφημερίδες αντέδρασαν αμέσως και έχοντας τη σχετική
υποδομή, άρχισαν να οικοδομούν το περιεχόμενό τους με έναν ιδιαίτερο
ανταγωνιστικό τρόπο που διασφάλισε τελικά την επιβίωσή τους για πολλές δεκαετίες.
Στο ξεφούσκωμα των
θεμάτων της ημέρας από τις τηλεοπτικές
ειδήσεις που συνήθως περιορίζονταν λόγω ταχύτητας στο ποιος, τι, που, πότε, οι εφημερίδες την επόμενη μέρα εστίαζαν στο πως και στο γιατί των γεγονότων παρουσιάζοντας ένα νέο προϊόν με το ίδιο πακέτο
επικαιρότητας. Τα επιτελεία του τύπου είχαν περισσότερο χρόνο για να πηγαίνουν πέρα και πίσω από τα γεγονότα και να
δίνουν άλλες διαστάσεις της επικαιρότητας που δεν μπορούσε να φτάσει η
τηλεόραση.
Με αυτό τον τρόπο
αντιμετωπίστηκε το μεγάλο ζήτημα του ανταγωνισμού με την τηλεόραση και
διατηρήθηκε η δυναμική υπόσταση και η εμβέλεια του τύπου. Ωστόσο οι Αμερικανοί
δεν έμειναν εκεί. Τους απασχολούσε η διατήρηση της δυναμικής και της βιωσιμότητας
οποιουδήποτε μέσου ενημέρωσης. Ποιο είναι δηλαδή το στοιχείο ή τα στοιχεία που
δίνουν σε ένα μέσο μεγάλη διάρκεια στο χρόνο και μάλιστα ανάμεσα σε θύελλες
προβλημάτων. Υπήρξε μια καθαρή ομοφωνία από τα κορυφαία στελέχη έως τον
τελευταίο ρεπόρτερ. Η επιβίωση οποιουδήποτε μέσου ενημέρωσης εξαρτάται από την παραγωγή πρωτογενούς δημοσιογραφικού
προϊόντος δηλαδή ρεπορτάζ, δηλαδή αδιάκοπης και οργανωμένης δημοσιογραφικής
έρευνας. Και φυσικά η χρυσή αυτή συνταγή βρίσκεται πέρα και πάνω από
οποιοδήποτε ανταγωνισμό διαφορετικών μέσων. Τα αποκλειστικά ρεπορτάζ και οι
μεγάλες δημοσιογραφικές έρευνες έδωσαν κύρος και κρατάνε σε κορυφαίες θέσεις τα
μεγάλα μέσα ενημέρωσης σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ο αντίποδας του
πρωτογενούς δημοσιογραφικού προϊόντος είναι η λεγόμενη διαχειριστική
δημοσιογραφία που περιορίζεται στην αναπαραγωγή της τρέχουσας επικαιρότητας. Δηλαδή πρόκειται για ένα δημοσιογραφικό προϊόν κοινής λήψης που μπορεί το κοινό να το βρει,
λίγο- πολύ όμοιο σε πάρα πολλά μέσα. Αντικειμενικά είναι ό,τι χειρότερο για τη
βιωσιμότητα ενός μέσου ενημέρωσης. Ειδικά για την Ελλάδα θεωρείται μια από τις βασικές
αιτίες της πτώσης των εφημερίδων τα προηγούμενα χρόνια αλλά και των τηλεοπτικών
ειδήσεων που για να επιβιώσουν μετατράπηκαν σε talk show μη έχοντας μηχανισμούς να παράγουν πρωτογενές ρεπορτάζ για να
μεταδώσουν κάτι που να έχει το στοιχείο του νέου.
Μέσα στο προαναφερόμενο
σκηνικό έγινε η είσοδος της ιντερνετικής ενημέρωσης στην Ελλάδα. Ήταν νέο μέσο,
είχε μεγάλη δυναμική, ιδιαίτερα στις μικρές ηλικίες, απλώθηκε με μεγάλη
ταχύτητα και έγινε καθημερινή ενημερωτική συνήθεια σε εκατομμύρια χρήστες.
Από την εμφάνιση
των πρώτων ενημερωτικών sites μέχρι σήμερα, ο μεγαλύτερος όγκος του
περιεχομένου ήταν συνήθως θέματα κοινής λήψης. Το βασικό στοιχείο που έδινε
επισκεψιμότητα ήταν η ποσότητα της θεματολογίας.
Ο χρήστης με τις επιλογές του έδειχνε ότι ήθελε να τα έχει μπροστά του όλα. Για
το λόγο αυτό τα μεγάλα ενημερωτικά sites ακολουθούσαν τη λογική του ανεβάστε ό, τι κινείται στην
επικαιρότητα.
Φτάσαμε λοιπόν σε ένα
ταυτόσημο τρόπο παρουσίασης της τρέχουσας ειδησεογραφίας από πολλά sites, χωρίς εμφανείς διαφοροποιήσεις τα οποία διεκδικούν από τους
χρήστες να είναι η πρώτη επιλογή για την ενημέρωσή τους. Δηλαδή σε κάτι ανάλογο
με τις εφημερίδες και τα κανάλια κατά την περίοδο της μεγάλης πτώσης τους, με
αναπαραγωγή της τρέχουσας ειδησεογραφίας και ανυπαρξία πρωτογενούς ρεπορτάζ.
Όλα δείχνουν ότι πρέπει
να γίνει μια μεγάλη στροφή στο περιεχόμενο της ιντερνετικής ενημέρωσης με τη
χρήση της κλασικής δημοσιογραφικής συνταγής επιβίωσης που δίνει διάρκεια, κύρος
και αξιοπιστία. Φαίνεται σίγουρο ότι εκείνος που θα κάνει τη μεγάλη διαφορά και
θα κυριαρχήσει τα επόμενα χρόνια στην ενημέρωση, θα είναι ο ενημερωτικός
μηχανισμός που θα παράγει σημαντικό πρωτογενές ρεπορτάζ και ειδήσεις από καλά
οργανωμένες δημοσιογραφικές έρευνες.
Θ. ΣΤΙΝΗΣ